Εδώ οι άνθρωποι είναι δυστυχισμένοι κρυφά. Δεν μπορούν να επικοινωνήσουν, και αυτό γεννά τη δυστυχία τους. Δεν κοιτάνε ο ένας τον άλλον στα μάτια. Ένα μόνο βλέμμα μπορεί να είναι ελεημοσύνη σ᾽ ένα τέτοιο μέρος.
Εδώ οι άνθρωποι είναι δυστυχισμένοι κρυφά. Δεν μπορούν να επικοινωνήσουν, και αυτό γεννά τη δυστυχία τους. Δεν κοιτάνε ο ένας τον άλλον στα μάτια. Ένα μόνο βλέμμα μπορεί να είναι ελεημοσύνη σ᾽ ένα τέτοιο μέρος.
Τώρα ο ουρανός είναι διαυγέστερος. Ο κύκλος της Σελήνης είναι λαμπρότερος και αργυροειδέστερος και όλος ο χορός των αστέρων φαίνεται καθαρώτερος. Η γη είναι στεφανωμένη με τα πολυποίκιλα χορτάρια, τα καταπράσινα δέντρα, τα πολύχρωμα και ευωδιαστά λουλούδια, και τα ωδικά πτηνά συναγωνίζονται το ένα το άλλο με τα γλυκόφθογγα κελαϊδίσματά τους.
Οι παλιοί, κουρασμένοι, σκύβουν το κεφάλι, λες και η ιστορία τελείωσε, λες και δεν υπάρχει τίποτα πια για να παλέψεις. Ο κόσμος γέρνει επικίνδυνα, μα πιστεύουν πως κανείς δεν ορθώνεται να τον ισιώσει. Οι νέοι, με μια καρδιά έτοιμη να καεί για ένα ιδανικό, ψάχνουν ν᾿ ακολουθήσουν το όραμα. Μα ο κόσμος γέμισε βολεμένους, που […]
Μετά το καλλιτεχνικό πρόγραμμα, κάποιος από τους μεγάλους διηγείται μια σύντομη ιστορία από τα παιδικά του χρόνια.
Έτσι θα ᾽ρθει, χωρίς θόρυβο. Θα σιγοπερπατήσει στης ψυχής σου τους δρόμους, για να μη σε ταράξει, να μη σε συντρίψει. Όλα τα ξέρει.
Νύχτα ήταν. Μια νύχτα δύσκολη για τον Ιακώβ, γεμάτη αγωνία και φόβο. Προχωρούσε κατά την προσταγή του Θεού με όλη του την οικογένεια, τους δούλους και τα υποστατικά του προς την πατρίδα του, τη Χαναάν.
Εδώ επιτελείται το μυστήριο της σωτηρίας των ανθρώπων: Ο Χριστός και Θεός, διαφεύγοντας την προσοχή των υπερκοσμίων επιγείων δυνάμεων, ενανθρώπησε και μας ξανακάνει δικούς του.
Στο διαγωνισμό που διοργάνωσε ένα ιστορικό περιοδικό της Μόσχας για το καλύτερο διήγημα που θα αφορούσε την εποχή του ρωσογερμανικού πολέμου, κρίθηκε ως καλύτερο το ακόλουθο.
Τριγυρίζουμε έξω διαρκώς… Πότε για τους ανθρώπους τους δικούς μας και τους άλλους της άλλης γειτονιάς, πότε θηρεύοντας πτυχία και γνώσεις δίχως σταματημό, πότε για τους σκόλοπες που αφήνει πίσω του κληρονομιά ο χρόνος, και πότε γιατί έτσι συνηθίσαμε να κυλά η ζωή μας…
Κάποτε ο Κύριος στράφηκε και κοίταξε τον όχλο που Τον ακολουθούσε. Ένας ολόκληρος λαός. Μεγάλος αριθμός. Κι έπειτα στράφηκε στους δώδεκα: «Πόθεν ἀγοράσωμεν ἄρτους ἵνα φάγωσιν οὗτοι;» (Ιω. Ϛ΄ 5). Η πιο αυθόρμητη απορία. Όσο καλή κι αν ήταν η διάθεση των μα- θητών, σκόνταψε πάνω στο πιο λογικό ερώτημα. Σαν να παίζει ο Κύριος […]
