+302103617566

12 Ιανουαρίου 2023

Πάνω στον τοίχο

Σήμερα μου ’φτιαξες την ημέρα, φίλε!…

Περπατούσα ανόρεχτος στο δρόμο. Μια θλίψη μέσα μου να με τρώει. Θλίψη και συνάμα παράπονο - αγανάκτηση να πω; Κάτι αδικαίωτο. Ναι, αδικαίωτο, γιατί ένιωθα κανείς να μη με καταλαβαίνει. Κανείς!

Τόσο κόπιασα, εργάστηκα, πόνεσα, προσπάθησα, ίδρωσα, λαχτάρησα… Να συμβιβάσω καταστάσεις, να ενώσω τις δυο όχθες, να απαλύνω οξύτητες. Δέχθηκα να γίνω μέτοχος ξένων σφαλμάτων˙ ο σάκκος του μποξ, που λένε, ο κυματοθραύστης, πάνω στον οποίο ξέσπασαν όλη η οργή, το μίσος, η κακεντρέχεια των άλλων. Και τώρα νιώθω ένα συντρίμμι. Κανείς δεν με κατάλαβε τι έκανα. Όλοι με παρεξήγησαν, με αδίκησαν, με είπαν «προδότη». Μου απέδωσαν πράξεις, διαθέσεις, ελατήρια που ποτέ δεν τα είχα. Πως να απολογηθώ λοιπόν τώρα; Τι να πω, τι να κάνω να με πιστέψουν; Τίποτα…
Αυτό το «τίποτα» με διέλυε. Και μ’ αυτό το τίποτα έσερνα ανόρεχτα τώρα τα βήματά μου στο δρόμο. Τίποτα, λοιπόν. Τίποτα δεν αξίζει. Αφού οι άλλοι δεν μπορούν τίποτα να καταλάβουν…

Τότε ήταν που κάτι περισσότερο από το τίποτα τράβηξε την προσοχή μου. Ένας τοίχος γραμμένος. Κάποιες λέξεις πάνω του. Χωρίς την προσοχή μου, κι επειδή δεν είχα τίποτα πιο ενδιαφέρον να κάνω, έριξα το βλέμμα μου εκεί. Και διάβασα:

«Στο Θεό μου αρέσει ότι δεν χρειάζεται να του εξηγώ».

Όπα! Κάτι λέει εδώ. Κοντοστάθηκα. Τι έκανε, λέει; «Στο Θεό μου αρέσει ότι δεν χρειάζεται να του εξηγώ».

Στάθηκα με βούληση τώρα. Στέριωσα τα πόδια μου στο έδαφος. Πήρα να διαβάζω ξανά μία-μία τις λέξεις: «Στό-Θεό-μοῦ-ἀρέσει-ὅτι-δέν-χρειάζεται-νά-τοῦ-ἐξηγῶ».

Σα να με χτύπησε ρεύμα. Φοβερό! Πως βρέθηκε αυτό το σύνθημα γραμμένο εδώ τώρα, στο «πουθενά»; Για μένα άραγε γράφτηκε; Όχι βέβαια. Και ποιος το ᾽γραψε; Που να ξέρω ; Και τι σημασία έχει αυτό; Σημασία έχει ότι το ᾽γραψε. Κι έτσι όπως είναι γραμμένο, μια ξενοιασιά δηλώνει˙ ξενοιασιά αυτού που το ’γραψε.

«Δεν πα’ να μη με καταλαβαίνει κανείς; Τι με νοιάζει; Για ποιο λόγο να δίνω εξηγήσεις εκεί που δεν με παίρνει; Μου αρκεί ότι ο Θεός γνωρίζει. Και ευτυχώς που εδώ δεν χρειάζεται να δίνω εξηγήσεις. Γιατί, άντε να προσπαθείς να εξηγείς εκεί που δεν σε καταλαβαίνουν…».

Έτσι το ’πιασα το νόημα. Και πιο πολύ — το ξαναλέω — την ξενοιασιά εκείνου που το σχημάτισε σε λέξεις.

Και το άφημα, το ρίξιμο του εαυτού του στο Θεό!

Στο Θεό, που τώρα θυμάμαι, κάτι είχα διαβάσει για Κείνον… Σε κάποια προσευχή ήταν, από αυτές στα αρχαία, και έλεγε πως Αυτός είναι που κάνει περίπατο μέσα στις καρδιές των ανθρώπων. Ο «ἐμβατεύων», έτσι νομίζω το᾽λεγε. «Ὁ ἐμβατεύων τάς καρδίας τῶν ἀνθρώπων». Μπαίνει μέσα στην καρδιά και βαδίζει. Τα ψάχνει όλα, τα βλέπει όλα. Και επιπλέον κάτι (το βρήκα στο λεξικό της αρχαίας ελληνικής): Περπατά μέσα όχι μόνο ως ξενάγηση δική Του, αλλά και ως προστασία δική μου. Ο κάτοχος, ο πολιούχος της καρδιάς μου. Σαν σε δικό Του χωράφι, οικόπεδο περπατά μες στην καρδιά μου…

Ωραίο δεν είναι; Άρα λοιπόν, ποιος ο λόγος για ανησυχία; Κύριε, Συ γνωρίζεις τα πάντα˙ τίποτε δεν Σου ξεφεύγει. Ενώπιόν Σου είναι η καρδιά μου, μέσα της είσαι.

Τι άλλο θέλω;

Πραγματικά, σήμερα μου ᾽φτιαξες την ημέρα, άγνωστε φίλε!

Τεύχος Ιανουαρίου 2023

© 2024 Σύλλογος Ορθ. Ιερ. Δράσεως «Ο Μέγας Βασίλειος»