Από τις 14 Νοεμβρίου ως τις 7 Δεκεμβρίου 1940 ο ένδοξος ελληνικός στρατός αποβάλλει τους Ιταλούς εισβολείς από τα ελληνικά εδάφη και απελευθερώνει τη σκλαβωμένη Βόρειο Ήπειρο.
Στις 25 Νοεμβρίου ο Γεώργιος Α. Βλάχος δημοσιεύει στην εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ανοιχτή επιστολή στον Μπενίτο Μουσολίνι. Γράφει:
«Κύριε,
Ἠθελήσατε νά εἰσβάλετε εἰς τήν Ἑλλάδα, νά ἔχετε μίαν εὔκολον νίκην, καί πρός τοῦτο ἐστείλατε τάγματα καί συντάγματα καί φασίστας καί ὑπαλλήλους μαζί καί εἴχατε φροντίσει διά τήν διοικητικήν μας ὀργάνωσιν καί διά τήν πρόχειρον ἀλλαγήν τῶν δραχμῶν εἰς λιρέττας καί διά τόν σημαιοστολισμόν ἀκόμη τῶν νέων σας κτήσεων, καί… ΦΕΥΓΕΤΕ. Φεύγετε κατά τρόπον ἐπονείδιστον, λασπωμένοι, αἱματωμένοι, μέ τραύματα εἰς τά νῶτα, χωρίς κράνη, χωρίς πηλήκια, χωρίς πτερά, χωρίς ὑλικόν.Διατί;
Θά σᾶς εἴπω, κ. Μουσσολίνι, διατί. Διότι τό Κράτος σας αὐτό, τό ὁποῖον μᾶς ἐθάμβωσεν ὅλους, δέν εἶχε τό Δίκαιον ὡς θεμέλια. Διότι τό Σχολεῖον πού ἐκτίσατε ἐστερεῖτο μαθήματος Ἠθικῆς. Διότι εἰς τούς πολίτας τούς Ἰταλούς, εἰς τάς νεολαίας, εἰς τά νέα παιδιά, δέν ἐδώσατε ἕνα ὕμνον πρός τήν πατρίδα, μίαν ζητωκραυγήν ἐθνικήν. Δέν ἀνεβήκατε εἰς ἕνα πύργον διά νά τούς εἰπῆτε: Νά, αὐτή εἶναι ἡ Ἰταλία. Ἀρχίζει ἀπό ἐκεῖ καί τελειώνει ἐκεῖ. Ἔχετε αὐτήν τήν ἱστορίαν, αὐτούς τούς προγόνους, αὐτούς τούς τάφους. Μάθετε ὅτι πρέπει νά πέσετε ὅλοι πρίν τούς πατήση ἐχθρός. Ἀλλ’ ἀνεβήκατε εἰς μίαν σάπιαν καρέκλαν, διά νά τούς ’πῆτε: Νά, αὐτή εἶναι ἡ Ἀβησσυνία. Οἱ κάτοικοί της δέν ἔχουν οὔτε σουγιάν. Πηγαίνετε μέ τ’ ἀεροπλάνα σας νά τούς κάψετε. Αὐτή εἶναι ἡ Ἀλβανία. Οἱ ἄνθρωποί της εἶναι ἄοπλοι. Πηγαίνετε νά τούς κάμετε δούλους. Καί ἔπειτα: Αὐτή εἶναι ἡ Ἑλλάς. Ἔχει ὀκτώ ἑκατομμύρια κατοίκους καί εἴμεθα σαράντα ὀκτώ. Ὁ ὁπλισμός της ἀπέναντί μας εἶναι μηδαμινός. Οἱ πιλότοι τῶν δῆθεν «ἀεροπορικῶν συγκοινωνιῶν» μας τήν ἔχουν μάθει ἀπ’ ἔξω καί τήν ἔχουν ἐπισημάνει. Θά τῆς κηρύξωμεν τόν πόλεμον ξημερώματα, ἐνῶ κοιμᾶται, ἕως τό μεσημέρι θά ἔχωμεν ἀνατινάξει εἰς τόν ἀέρα τά γεφύρια της, τούς λιμένας της, τούς κόμβους τῶν συγκοινωνιῶν της, καί τό βράδυ, ἐπειδή λείπει τό εἶδος, θά πίνετε εἰς τάς Ἀθήνας καφέν.Ἀλλ’ ὅλα αὐτά ἦσαν ἄτιμα, ὅλα αὐτά δέν ἠμποροῦσαν νά ἐμπνεύσουν κανένα, ὅλα αὐτά ἀπέπνεαν ἀδικίαν, κακοήθειαν, ψεῦδος, ἐπιβουλήν τοῦ ἰσχυροῦ ἐναντίον τοῦ ἀσθενοῦς. Ὅλα αὐτά δέν ἦτο δυνατόν νά γίνουν Θούριον, οὔτε Παιάν, οὔτε Σημαία. Ἦσαν ὅλα πτωχαί, ἄνανδροι, ρυπαραί ἐντολαί. Δι’ αὐτό λοιπόν ἐνικήθητε. Δι’ αὐτό οἱ ἄνθρωποί σας ὑπεχώρησαν, δι’ αὐτό φεύγουν. Διότι τούς εἴπατε νά ζοῦν ἐπικινδύνως, ἀλλά ζῆτε σεῖς καί ὁδηγεῖτε καί διδάσκετε ὡς δειλός. Διότι ὡς δειλός ἐκάψατε τήν Ἀβησσυνίαν μέ ὑπερίτην. Ὡς δειλός ἐπετέθητε κατά τῆς Γαλλίας νεκρᾶς, ὡς δειλός ἐφθάσατε εἰς τήν ἄοπλον Ἀλβανίαν, ὡς δειλός ἤλθατε εἰς τά σύνορά μας μέ τό στιλέτον, εἰς τάς τρεῖς τό πρωί. Οἱ δειλοί, λοιπόν, ὅπως σεῖς, καί οἱ φαῦλοι οὐδέποτε ὁδηγοῦν εἰς ἀνδραγαθήματα τούς στρατούς καί οὐδέποτε ὁ δόλος ὡδήγησε τούς ἀνθρώπους εἰς ἔργα σημαντικά… Διότι ἡ οἰκοδομή, κ. Μουσσολίνι, ἐστερεῖτο θεμελίων Δικαίου, διότι τό Σχολεῖον πού ἐκτίσατε ἐστερεῖτο μαθήματος Ἠθικῆς…».
«Οικοδομή» και «σχολείο» του ελληνικού στρατού, που δεν γνώριζαν οι εχθροί, ήταν η πίστη στον Θεό, το δίκαιο, η πατρογονική φιλοτιμία, η έμφυτη αισθήση αυτοθυσίας, το θάρρος, η αγάπη στην Πατρίδα.
Οι Έλληνες είχαν γραμμένα βαθιά στην ψυχή τους, από γενιά σε γενιά, τα λόγια του σοφού παροιμιαστή:
«Μεγαλόφρων ἐν ὕβρει θρασυκάρδιος» (Παρ’. κα΄ 4).
Ο φουσκωμένος και αλαζόνας, εξαιτίας της μεγάλης ιδέας που έχει για τον εαυτό του, είναι αναίσθητος και σκληρός στην καρδιά.
Αλήθεια που δεν έπαψε να ισχύει και σήμερα για κάθε άνθρωπο ή έθνος που ξεγελιέται με την αλαζονεία της δύναμης που νομίζει ότι κατέχει.
Το έθνος των Ελλήνων έχει βεβαιωμένο και το ότι:
«Ἵππος ἑτοιμάζεται εἰς ἡμέραν πολέμου, παρά δέ Κυρίου ἡ βοήθεια» (Παρ’. κα΄ 31).
Αν δεν έχεις τη συμμαχία του Θεού, σε κανένα πόλεμο δεν νικάς!
Αλήθειες που κρατώντας τες ζωντανές ασφαλίζουμε την ελευθερία και εξασφαλίζουμε το έλεος και την ευλογία του Θεού.
Τεύχος Οκτωβρίου 2022