Μια τέτοια γιγάντια μορφή του αγιορείτικου μοναχισμού είναι ο παπα-Εφραίμ ο Κατουνακιώτης, που το Οικουμενικό Πατριαρχείο αγιοκατέταξε πριν 5 χρόνια, στις 9 Μαρτίου 2020.
Ο κατά κόσμον Ευάγγελος Παπανικήτας, γεννημένος το 1912 σε ένα χωριό των Θηβών, ανέπνεε τον ζωογόνο αέρα της ευσέβειας από τα παιδικά του χρόνια, καθώς οι γονείς του, Ιωάννης και Βικτωρία, ήταν άνθρωποι θεοσεβείς και φιλάνθρωποι, συνάμα όμως τόσο πτωχοί που δεν ήταν δυνατόν να σπουδάσουν τα 4 παιδιά τους. Για να φοιτήσουν τα δυο μεγαλύτερα αγόρια στο εξατάξιο Γυμνάσιο ήρθαν στη Θήβα, στη γειτονιά που δέσποζε ο παλαιός ναός του αγίου Δημητρίου ή της Μεγάλης Παναγίας. Εκεί γνώρισε και συνδέθηκε με τους Θηβαίους αγιορείτες, τους οποίους θα ακολουθούσε ως υποτακτικός σε ηλικία 21 ετών, όταν μια σειρά από αποτυχίες για επαγγελματική σταδιοδρομία τον έπεισαν ότι ο Θεός του δείχνει τον δρόμο για το Άγιον Όρος.
Το 1933 ο Ευάγγελος με το λεβέντικο παράστημα βρέθηκε στη βραχώδη χαράδρα των Κατουνακίων, στη νοτιοδυτική άκρη της χερσονήσου του Άθωνα, στο ιερό ησυχαστήριο του αγίου Εφραίμ του Σύρου, όπου θα έδινε τους μεγάλους ασκητικούς αγώνες του στην υπακοή και στη νοερά προσευχή και θα παρέμενε εκεί μέχρι την οσιακή κοίμησή του, το 1998. Οι γέροντες Εφραίμ αρχικά και στη συνέχεια Νικηφόρος, στους οποίους έκανε υπακοή, ήταν άνθρωποι απλοί αλλά με δύσκολο χαρακτήρα, απαιτητικοί και υπερβολικά αυστηροί με τον νεαρό υποτακτικό, σε σημείο που ο ίδιος έλεγε ότι είχε λογισμούς να τους εγκαταλείψει.
Η ρασοφορία του έγινε μέσα σε ένα εξάμηνο, και σε ενάμιση χρόνο εκάρη μεγαλόσχημος μοναχός παίρνοντας το όνομα του γέροντα Εφραίμ που μόλις είχε κοιμηθεί. Ο νέος γέροντας του Ησυχαστηρίου παπα-Νικηφόρος βλέποντας το αγωνιστικό φρόνημα του νέου μοναχού αποφάσισε να τον χειροτονήσει διάκονο, πράγμα που έγινε το καλοκαίρι του 1936 από τον μητροπολίτη Κυκλάδων Γερμανό στη Θήβα. Βλέποντας μάλιστα την ιεροπρέπεια του Εφραίμ ο μητροπολίτης τον χειροτόνησε και πρεσβύτερο, παρά το νεαρό της ηλικίας του. Έτσι στις 20 Αυγούστου του 1936 σε ηλικία 24 ετών ο όσιος έγινε ιερομόναχος. Από τότε διακόνησε το άγιο θυσιαστήριο με αγγελική καθαρότητα και συγκλονισμό ψυχής. Η κάθε θεια Λειτουργία ήταν γι᾿ αυτόν μια θεοφάνεια που κατέκλυζε την ύπαρξή του, καθώς έβλεπε το Σώμα του Χριστού στο άγιο Ποτήριο.
Ο παπα-Νικηφόρος ανέβαινε συχνά με τον υποτακτικό του παπα-Εφραίμ στον άγιο Βασίλειο, στο καλυβάκι του αγίου Ιωσήφ του ησυχαστή, για να λειτουργήσουν. Εκεί ο παπα-Εφραίμ βρήκε τον απλανή πνευματικό οδηγό που ποθούσε. Τον ονόμαζε γέροντά του και ομολογούσε: «Δεν αγάπησα και δεν φοβήθηκα τόσο πολύ κανέναν άνθρωπο στον κόσμο»1. Κοντά στον άγιο Ιωσήφ μαθήτευσε στη νοερά προσευχή.
Ο άγιος Εφραίμ είχε το χάρισμα των δακρύων και αξιώθηκε θείων δωρεών με υψηλές πνευματικές καταστάσεις. Ο Θεός του χάρισε διόραση και προορατικότητα. Ο γερο-Ἰωσήφ βλέποντας τις πνευματικές του αναβάσεις έλεγε: «Παιδί μου, εσύ όπως προχωρούσες, και μόνος σου θα έβρισκες τη χάρη, αλλά δεν θα μπορούσες να τη διατηρήσεις». Και άλλοτε, γεμάτος αγαλλίαση αλλά και περίσκεψη: «Πολύ τρέχεις και σε φοβάμαι· άλλοι τρώνε μιαν ολόκληρη ζωή στην άσκηση και δεν γεύονται αυτές τις καταστάσεις!»2.
Σαράντα χρόνια (1933-1973) έκανε υπακοή στον δύσκολο παπα-Νικηφόρο με απόλυτη ταπείνωση και άκρα υπομονή, γι᾿ αυτό και δίκαια στο Άγιον Όρος τον ονόμασαν «χαρισματούχο υποτακτικό», αλλά και «μάρτυρα της υπακοής».
Το 1980 κατά την τελευταία περίοδο της οσιακής βιοτής του, μετά την κοίμηση του παπα-Νικηφόρου, τηρώντας την εντολή του αγίου Ιωσήφ του ησυχαστή συγκρότησε συνοδεία. Κι εδώ έδειξε το θυσιαστικό του πνεύμα και τη δύναμη της προσευχής του. Έλεγε: «Εγώ από γέρους ξέρω. Από νέους όχι. Τώρα θα μάθω μ᾿ αυτούς»3. Βασική διδασκαλία του ήταν οι δυο φράσεις που πρέπει να έχει στα χείλη του ο μοναχός. «Να ᾿ναι ευλογημένο», όταν πρέπει να υπακούσει, και «ευλόγησον», όταν πρέπει να ζητήσει συγγνώμη. Και τον νου στην ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με».
Το 1996 έπαθε ισχυρό εγκεφαλικό επεισόδιο και βρέθηκε παντελώς ανήμπορος, ωστόσο δεν αναπαυόταν στην κατάκλιση. Προτιμούσε να κάθεται στο κρεβάτι με τα πόδια χαμηλά στο πάτωμα και την πλάτη στηριγμένη στα μαξιλάρια. Όπως πάντοτε πολύ σκυφτός. Η αγαπημένη του στάση προσευχής. Σ᾿ αυτή τη στάση τον πήρε ήσυχα ο Θεός στις 14/27 Φεβρουαρίου 1998»4.
Στην ιερή του μνήμη η θεοφώτιστη διδαχή του μας δείχνει τον δρόμο που ακολούθησε κι εκείνος για να φτάσει στην ουράνια δόξα: «Έκανες υπακοή, θα πας στον παράδεισο. Δεν έκανες υπακοή, δεν πάει να κάνεις νοερά προσευχή, δεν πάει να μεταλαμβάνεις, δεν πάει να λειτουργάς, προορίζεσαι για την κόλαση. Να και ο Αδάμ, να και ο προφήτης Ελισαίος, να και ο Γιεζί. Όλα αυτά τα παραδείγματα βεβαιώνουν ότι περισσότερο ο Θεός αναπαύεται στην υπακοή παρά στις άλλες αρετές, να πούμε. Και οι άλλες αρετές συνδράμουν· όπως ενεργεί η υπακοή δεν ενεργούν οι άλλες αρετές. Γι᾿ αυτό περισσότερο επιμεληθείτε την υπακοή».
Φιλοθέη Χ. Τ.
Τεύχος Φεβρουαρίου 2025