Η νεότητα εξυπακούει την έννοια του χρόνου, που με τη σειρά του κάνει αισθητή την έννοια της φθαρτότητας, που συμβαδίζει με τη ροή του. Το άχρονο δεν γνωρίζει τη φθορά, που ο άνθρωπος την απεύχεται.
Απόδειξη ότι οι άνθρωποι εξ απαλών ονύχων μαθαίνουν την τερψίλυπη ευχή: «Χρόνια πολλά!». Αν δεν υπήρχε το τέλος, στο οποίο οδηγεί η φθορά, δεν θα υπήρχε αυτή η ευχή, που μικροί και μεγάλοι, νήπια και γέροντες, με γελαστά πρόσωπα απευθύνουμε στους αγαπημένους: «Χρόνια πολλά, παππού!», αρθρώνει ο δίχρονος εγγονός στο λευκασμένο πρόγονο, που του αντεύχεται με λαχτάρα: «Να ζήσεις, παιδί μου!».
Ο άνθρωπος, καταδικασμένος να οδεύσει σε μια εν χρόνω ζωή, ανεπίγνωστα συνέχεται από την πραγματικότητα της φθοράς, που αφήνει πάνω της ολοχρονίς τα ίχνη της, και να εξασφαλίσει μια νεότητα χωρίς τέλος.
Ανθρωπίνως αυτό αδύνατο. Πως να κατορθωθεί; Ο Ιησούς ο από Ναζαρέτ, ο Υιός του Θεού, που έγινε και υιός ανθρώπου, το έχει βεβαιώσει: «Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδός καί ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή» (Ιω. ιδ´ 6) και «πᾶς ὁ ζῶν καί πιστεύων εἰς ἐμέ οὐ μή ἀποθάνῃ εἰς τόν αἰῶνα» (Ιω. ια´ 26).
Μέσα στην Εκκλησία Του, όπου όλα — παρελθόντα, παρόντα και μέλλοντα — γίνονται «σήμερον», ανθίζει μια άχρονη νεότητα, που νικά τη φθορά και τον θάνατο και εισάγει στην καινούργια ζωή των τέκνων του Θεού. Με ποιον τρόπο; Με το να βιώνει ο πιστός την ευχή που έδιναν οι κρυπτοχριστιανοί της Μικρασίας για το νεοφώτιστο μυστικά νήπιο: «Να ζήσει με το όνομά του!». Το όνομα του Χριστού, που λυτρώνει τον άνθρωπο από τη φθορά και του ετοιμάζει τον άφθαρτο στέφανο της ζωής (Ρωμ. β´ 7), όταν μέσα στο χρόνο ολοκληρώσει την επίγεια σταδιοδρομία του.
Λ.
Τεύχος Ιανουαρίου 2024